Πόσα και ποια άστρα βλέπω με γυμνό μάτι στον καθαρό νυχτερινό ουρανό; Πώς τα ξεχωρίζω από τους πλανήτες; Μέρος Δ
- Συγγραφέας: Γιώργος Κουνδουράκης
- 09-06-2023
- Δυσκολία: Εύκολο
- Κατηγορίες: Διάφορα
ΠΟΙΟΥΣ ΠΛΑΝΗΤΕΣ ΒΛΕΠΩ ΜΕ ΓΥΜΝΟ ΜΑΤΙ
Όπως είδαμε, τα άστρα τρεμοσβήνουν, ενώ οι πλανήτες όχι [14]. Αυτός είναι ένας πρώτος τρόπος διαχωρισμού των δύο ουράνιων “ειδών”. Το δεύτερο χαρακτηριστικό των πλανητών είναι ότι βρίσκονται όλοι πάνω στην ίδια νοητή γραμμή/ζώνη στον ουράνιο θόλο. Η γραμμή αυτή είναι η εκλειπτική [13], αντιστοιχεί στο κοινό επίπεδο περιστροφής των πλανητών γύρω από τον Ήλιο και δεν πρέπει να την μπερδεύουμε με την ημερήσια κίνηση του Ήλιου από την ανατολή προς τη δύση. Αν ενώσουμε όλες τις θέσεις παρατήρησης ενός πλανήτη, κάθε βράδυ την ίδια ώρα, σε διάφορες χρονικές περιόδους, αυτές θα βρίσκονται μέσα στη ζώνη της εκλειπτικής (εικόνα στην [3]). Το ίδιο συμβαίνει, αν παρατηρήσουμε την ίδια χρονική στιγμή, το ίδιο βράδυ, πάνω από δύο πλανήτες από τους Αφροδίτη, Άρη, Δία ή Κρόνο. Αν ενώσουμε τις θέσεις τους, αυτή η γραμμή αποτελεί τμήμα της εκλειπτικής ζώνης (Εικόνες 1 και 2) [6,10,11,13]!
Επιπλέον, οι πλανήτες χωρίζονται σε εσωτερικούς και εξωτερικούς. Οι πρώτοι, Ερμής και Αφροδίτη, βρίσκονται πιο κοντά στον Ήλιο από ότι η Γη, ενώ οι δεύτεροι, Άρης, Δίας, Κρόνος, Ουρανός και Ποσειδώνας, πιο μακριά. Ο χρόνος περιστροφής των πρώτων γύρω από τον Ήλιο είναι μικρότερος από 365 ημέρες (γήινο έτος), ενώ των δεύτερων μεγαλύτερος. Αυτός ο χρόνος ονομάζεται περίοδος ηλιακής περιστροφής του πλανήτη. Αποτέλεσμα αυτών των σχετικών κινήσεων των εσωτερικών και εξωτερικών πλανητών, ως προς τη Γη, είναι αφενός μεν οι πρώτοι να είναι πάντα ορατοί κοντά στον δυτικό ορίζοντα μετά τη δύση και κοντά στον ανατολικό πριν την ανατολή, αφετέρου δε οι δεύτεροι να είναι ορατοί οπουδήποτε κατά μήκος της εκλειπτικής ζώνης!
Ας εξηγήσουμε τώρα την περίφημη ανάδρομη κίνηση οποιουδήποτε πλανήτη [13]. Θα αναλύσουμε -περιγραφικά και σχηματικά- αυτήν του πλανήτη Άρη [6].
Η Γη περιφέρεται σε μία τροχιά γύρω από τον Ήλιο μικρότερης μέσης ακτίνας σε σχέση με την αντίστοιχη του Άρη. Αυτό σημαίνει ότι η Γη έχει μεγαλύτερη ταχύτητα απ’ ότι ο Άρης. Έτσι, καθώς τον πλησιάζει, η φαινόμενη κίνηση του Άρη από τον επίγειο παρατηρητή γίνεται πιο αργή, μέχρι που η Γη κι ο Άρης να βρεθούν σε αντίθεση (δηλαδή να ευθυγραμμιστούν στην ίδια μεριά του Ήλιου) και ο Άρης να φαίνεται ότι μένει ακίνητος (σημεία 1,2,3). Στη συνέχεια, όταν η Γη προσπεράσει τον Άρη, τότε θα τον βλέπει ο παρατηρητής να κινείται ανάδρομα, από τα ανατολικά προς τα δυτικά (σημεία 4,5). Τόσο απλά εξηγείται η περίφημη ανάδρομη κίνηση του πλανήτη (δεν είναι ιδιαίτερη, ούτε επηρεάζει την προσωπική μας ζωή(;)) (Εικόνα 3)!!!. Όμως, κινείται και ο Άρης καθ’ όλη αυτή τη διαδικασία κι έτσι, μετά από δυόμισι μήνες κατά μέσο όρο, θα σταματήσει την ανάδρομη κίνησή του και θα συνεχίσει την ορθόδρομη (σημεία 6,7). Το αντίστοιχο ισχύει για τη Γη και τους εσωτερικούς πλανήτες Ερμή και Αφροδίτη. Μόνο που, στην περίπτωση αυτή, η Γη κινείται πιο αργά σε σχέση με τους δύο πλανήτες.
Η Αφροδίτη είναι, μετά τη Σελήνη, το λαμπρότερο σώμα στον νυχτερινό θόλο. Πλησιάζει τη Γη πιο κοντά από κάθε άλλο πλανήτη, καιμερικές φορές φτάνει στην απόσταση των 42 εκατομμυρίων χιλιομέτρων (συγκριτικά, η κοντινότερη απόσταση του Άρη ως προς τη Γη μετρήθηκε το 2003 στα 55,8 εκατομμύρια χιλιόμετρα). Είναι καλυμμένη από πολύ πυκνά νέφη που ανακλούν εντονότερα το ηλιακό φως. Την Αφροδίτη, ως λαμπρό νυχτερινό άστρο (*), την ονομάζουμε Αποσπερίτη και την εντοπίζουμε πάντα στη δυτική περιοχή του ουρανού, ενώ τη βλέπουμε ως Αυγερινό στην ανατολή, τον υπόλοιπο χρόνο!
Οι δύο εν δυνάμει πιο λαμπροί πλανήτες μετά την Αφροδίτη είναι ο Άρης και ο Δίας. Ο Άρης αποκτά τη μεγαλύτερη λαμπρότητά του όταν η Γη βρίσκεται ανάμεσα σε αυτόν και τον Ήλιο και, ταυτόχρονα, αυτός βρίσκεται πλησιέστερα στη Γη. Έχει έντονη κοκκινωπή λάμψη και είναι δύσκολο να τον μπερδέψουμε! Οι αρχαίοι παρομοίαζαν το χρώμα του με το αίμα και τη φωτιά και, γι´ αυτόν τον λόγο, του έδωσαν το όνομα του θεού του πολέμου. Ο Δίας, από την άλλη, μπορεί να γίνει πιο φωτεινός από τον Άρη. Μοιάζει με ένα λευκό “άστρο” με σταθερό φως, στον νυχτερινό ουρανό. Παρόλο που είναι πολύ μακρύτερα από τον Άρη, έχει εικοσαπλάσια διάμετρο σε σχέση με αυτόν, με αποτέλεσμα να λάμπει περίπου ισοδύναμα. Ο Κρόνος, όταν βρίσκεται κοντά στη Γη, φαίνεται λαμπρότερος από τα περισσότερα άστρα, σε αντίθεση με τη μακρινότερη απόστασή του, όπου φαίνεται αμυδρά. Ο Ερμής, εμφανίζεται, όπως και η Αφροδίτη, ως νυχτερινό και απογευματινό άστρο. Δεν είναι εύκολο να τον δούμε γιατί είναι σχετικά μικρός, βρίσκεται συνεχώς πολύ κοντά στον Ήλιο, ενώ δεν υψώνεται πολύ πάνω από τον ορίζοντα.
Οι υπόλοιποι δύο πλανήτες δε διακρίνονται με το μάτι, ενώ είναι πολύ δύσκολο να παρατηρήσουμε λεπτομέρειες πάνω τους ακόμα και με πολύ ισχυρά τηλεσκόπια!
Ως επίλογο, αναφέρουμε τη δήλωση της Νεφέλης, της ηρωίδας στο βιβλίο του Στέφανου Τραχανά [11]: “Πόσοι άλλοι πριν από εμάς μπορούσαν να βλέπουν τον ουρανό και τον μεγάλο κόσμο εκεί έξω, και δίπλα στους μεγάλους κοσμογονικούς μύθους του παρελθόντος να μπορούν να προσθέτουν και την επιστημονική του ιστορία, από τη μεγάλη έκρηξη έως σήμερα;“. Είμαστε τυχεροί που ζούμε την Αστρονομία του σήμερα, γνωρίζοντας τους μύθους του παρελθόντος!
(*καμιά φορά καλούμε “άστρο” κάποιο πλανήτη, λόγω της αρχαίας ελληνικής έκφρασης “πλανῆτες ἀστέρες” (άστρα που περιπλανιούνται), σε αντίθεση με τους ίδιους τους αστέρες που μοιάζουν ακίνητοι στον ουράνιο θόλο (“ἀπλανεῖς ἀστέρες”)!)
Προφανώς, δεν είναι απλό να αναγνωρίσουμε με την πρώτη προσπάθεια τον Πολικό Αστέρα στον ουρανό. Μπορούμε, όμως, να καταλάβουμε εύκολα τους σχηματισμούς της Μικρής και της Μεγάλης Άρκτου (ειδικά της Μεγάλης (!)). Εντοπίζουμε, αρχικά, τους επτά αστέρες της Μεγάλης Άρκτου, που είναι ο πιο αναγνωρίσιμος αστερισμός του βορείου ημισφαιρίου (**). Στη συνέχεια, βρίσκουμε τους αστέρες α και β στο άκρο του τραπεζοειδούς σχήματός της. Ονομάζονται Dubhe και Merak και είναι γνωστοί ως Αστέρες-δείκτες. Αν ξεκινήσουμε από τον β και κατευθυνθούμε στον α και προεκτείνουμε σε μήκος πέντε φορές περίπου το τμήμα βα, βρίσκουμε ακριβώς τον Πολικό Αστέρα. Αυτός είναι ο τελευταίος και λαμπρότερος αστέρας στην ουρά της Μικρής Άρκτου. Οι δύο λαμπρότεροι αστέρες στο παραλληλόγραμμό της, που βρίσκονται πλησιέστερα προς τη Μεγάλη Άρκτο, είναι οι β και γ της Μικρής Άρκτου (Kochab και Pherkad αντίστοιχα), γνωστοί ως Φύλακες (εικόνα 1) [1-10].
Όλοι οι υπόλοιποι αειφανείς αστερισμοί βρίσκονται στην κοντινή περιοχή του πολικού και των δύο αυτών αστερισμών, σε έναν κύκλο με διάμετρο 70ο-80ο περίπου (για την Ελλάδα), με κέντρο τον πολικό [6] (μπλε κύκλος εικόνας 1/εσωτερικός κύκλος εικόνας 2). Μία νοητή γραμμή που ξεκινά από τον αστέρα ε της μεγάλης Άρκτου, περνάει από τον πολικό, προεκτεινόμενη περίπου άλλο τόσο, φτάνει στο κεντρικό αστέρι από τα πέντε της Κασσιόπειας, που σχηματίζουν το γράμμα “W” ή το “Μ”, ανάλογα την εποχή παρατήρησης (εικόνα 2). Μία άλλη νοητή γραμμή που ξεκινά από τους αστέρες-δείκτες της “κουτάλας”, περνάει από τον πολικό και, προεκτεινόμενη κατά το μισό, συναντάει την κορυφή του “σπιτιού” που αποτελεί τον αστερισμό του Κηφέα, που βρίσκεται πάντα δίπλα στο “W” της Κασσιόπειας. Ο τελευταίος από τους πέντε, ο Δράκων, έχει κέντρο που βρίσκεται δίπλα στους Φύλακες της μικρής “κουτάλας”, αντιδιαμετρικά του πολικού αστέρα. Ο σχηματισμός του ξεκινάει με το κεφάλι σε μορφή ρόμβου και καταλήγει με μία “φιδωτή” πορεία κοντά στη μεγάλη “κουτάλα”. Περιλαμβάνει περίπου 16 πολύ φωτεινούς αστέρες αλλά συνολικά μαζί με τα αμυδρότερα άστρα ο αριθμός ανέρχεται στα 130 [1,5-10]!
Από τους αμφιφανείς αστερισμούς, δεσπόζουσα φιγούρα αποτελεί ο Ωρίων [12], κατά τη χειμερινή περίοδο, ειδικά τον Ιανουάριο. Βρίσκεται αντιδιαμετρικά του Δράκοντα, της Μικρής Άρκτου και του Κηφέα, στα όρια του μεγάλου κύκλου της εικόνας 2. Πολύ φωτεινά άστρα που βρίσκονται στη γύρω περιοχή τότε είναι ο Σείριος, ο Προκύων, ο Κάστωρ, ο Πολυδεύκης, η Αίγα, ο Αλντεμπαράν και ο Ρίγκελ (εικόνα 2) [8,10].
(*αυτός είναι γενικός κανόνας, δηλαδή το γεωγραφικό πλάτος, οποιουδήποτε τόπου του βόρειου ημισφαιρίου, είναι ίσο με τη γωνία που σχηματίζει ο πολικός, ο παρατηρητής και ο βόρειος ορίζοντας).
(**Η Μικρή και Μεγάλη Άρκτος ονομάζονται Μικρή και Μεγάλη Άμαξα, αντίστοιχα, στη σύγχρονη εποχή. Επίσης, μπορούμε να τους συναντήσουμε με τις εκφράσεις, “κουτάλα”, “τηγάνι” κ.α. Προσωπικά μου φέρνουν λίγο στο σχήμα του “χαρταετού”.)
Ενδεικτικές πηγές-Βιβλιογραφία (1-11 αναφορές στο ΜΕΡΟΣ Α και 12,13 ΜΕΡΟΣ Γ.)
[14] Επιστήμης Εξηγήσεις, ΜΕΡΟΣ Γ.